Δύο σημαντικά κείμενα – σπάνια ιστορικά ντοκουμέντα που αφορούν στην έναρξη της επανάστασης του 1821. Το πρώτο είναι μια επιστολή που είχε σταλεί από την Αθήνα στην αυστριακή εφημερίδα «Αυστριακός Παρατηρητής» (“Österreichischer Beobachter”) , με περιγραφή όλων των πρώτων γεγονότων της επανάστασης. Η επιστολή είχε ημερομηνία 5 Μαΐου 1821 και αναδημοσιεύτηκε στον «Ελληνικό Τηλέγραφο» στο φύλλο της 12ης Ιουνίου 1821.Ο “Τηλέγραφος”, τον οποίο εξέδιδε ο Έλληνας γιατρός Δημήτριος Αλεξανδρίδης, ήταν μια από τις πρώτες ελληνόφωνες εφημερίδες και κυκλοφορούσε στη Βιέννη από το 1812 μέχρι το 1836.
Το φύλλο εκείνο – συνολικά ένα τετρασέλιδο- είναι ολόκληρο αφιερωμένο στις πρώτες επαναστατικές κινήσεις, που ξεκινούσαν στην Πελοπόννησο, αλλά και στα νησιά του Αιγαίου. Μετά την επιστολή υπάρχει θα λέγαμε ένα άρθρο γνώμης και κρίσης των γεγονότων, αναδημοσιευμένο στην ίδια αυστριακή εφημερίδα («Αυστριακός Παρατηρητής») που παρουσίασε την επιστολή από την Αθήνα. Φυσικά το «άρθρο γνώμης» τίθεται σφόδρα αντίθετο στην ελληνική επανάσταση, προσπαθώντας μάλιστα να υποβαθμίσει και τη σημασία της, αλλά και τους στόχους. Στην ουσία απηχούσε την επίσημη πολιτική του αυστριακού καγκελάριου Μέτερνιχ, του πιο σφοδρού πολέμιου της ελληνικής επανάστασης αλλά και κάθε προοδευτικής κίνησης στην Ευρώπη της εποχής. Ο συντάκτης του άρθρου ισχυρίζεται ότι το κίνημα, το οποίο προεξοφλεί ότι είναι καταδικασμένο σε αποτυχία, στρέφεται στην πραγματικότητα εναντίον της χριστιανικής Ευρώπης, την οποία και απειλεί, κι όχι κατά του κατακτητή, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κι αυτό γιατί θεωρεί ότι οι κάτοικοι των ελληνικών επαρχιών της αυτοκρατορίας απολαμβάνουν εκτετα- μένα προνόμια, που δεν υπάρχουν σε άλλη περιοχή!
Προσθέτει ακόμη ότι το κίνημα, του οποίου θεωρεί αρχηγό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, είναι έξω και από τους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας.
Πάντως αυτό το δεύτερο κείμενο γνώμης και κρίσης περιέχει μια ιστορική αλήθεια η οποία στην επίσημη καταγραφή της ελληνικής επανάστασης σκοπίμως αποσιω- πάται ή υποβαθμίζεται. Ότι, δηλαδή, ο ξεσηκωμός των Ελλήνων είχε στόχο την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό αλλά παράλληλα ήταν μια επανάσταση σε βάρος των προνομιούχων Ελλήνων – Φαναριωτών κυρίως- που απολάμβαναν τα προνόμια της συναλλαγής και της ομαλής συμβίωσης με το καθεστώς.
Ο «Ελληνικός Τηλέγραφος», εφημερίδα που μας δίνει σημαντικά στοιχεία για την προεπαναστατική αλλά και την επαναστατική περίοδο τόσο στην κυρίως Ελλάδα όσο και στην Κρήτη, είχε δημοσιεύσει και το ανάθεμα του Πατριάρχη Γρηγορίου εναντίον των ηγετών της επανάστασης, που έγινε κάτω και από την πίεση του σουλτάνου. Αλλά τελικά δεν στάθηκε αρκετό για τον ίδιο τον Γρηγόριο, που απαγχονίστηκε λίγες ημέρες αργότερα από την οθωμανική αυτοκρατορία. Το κείμενο του αναθέματος, ένα πατριαρχικό γράμμα με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1821, είναι δημοσιευμένο στην έκδοση της 17ης Απριλίου 1821, το οποίο παρουσιάσαμε παλιότερα (ΔΕΙΤΕ: Οι κατάρες και το ανάθεμα του Πατριάρχη Γρηγορίου στους ηγέτες της επανάστασης του 1821! (εικόνα)
Η επιστολή του Πατριάρχη απευθύνεται προς τον μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν, καλώντας τον να ενεργήσει ώστε να σταματήσει η δράση των επαναστατών, που ξεκίνησε από τη δική του περιοχή. Ανάλογου περιεχομένου επιστολή έστειλαν και τα μέλη της Οικουμενικής Συνόδου. Δημοσιεύτηκε στο ίδιο τεύχος του «Ελληνικού Τηλεγράφου».
Ο Γρηγόριος στο πατριαρχικό γράμμα απευθύνει κατάρες και ανάθεμα («αραίς αλύτοις καθυποβάλλει και αναθέμασι», αναφέρεται χαρακτηριστικά) στον ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσο και στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ενώ σημειώνει ότι ανάλογες επιστολές έστελνε και σε άλλους παράγοντες της επαρχίας και στους επισκόπους, καλώντας τον Βενιαμίν να διαμηνύσει σε όλους το μάταιο του απονενοημένου, όπως το χαρακτήριζε, κινήματος. Και ζητούσε να πληροφορήσει τους αρχηγούς «ότι αν δεν διορθώσωσι το σφάλμα με μίαν τελείαν, και ειλικρινή μεταμέλειαν, η Εκκλησία τούς έχει αποκεκομμένους της των Πιστών ολομελείας, και αποβλήτους, και ενόχους τω αιωνίω Αναθέματι».
Μάλιστα με την ίδια τιμωρία του αναθέματος, αλλά φυσικά και του διωγμού από τον μητροπολιτικό θρόνο του, απειλούσε ο Πατριάρχης και τον ίδιο τον μητροπολίτη Μολδαβίας.
Το πατριαρχικό γράμμα, συνοδευόταν και από το συνοδικό, που κατηγορούσε τους Σούτσο και Υψηλάντη για θρασύτητα και αλαζονεία, και τους χαρακτήριζε δοξομανείς που εξαπάτησαν και άλλους Έλληνες για τους σύρουν μαζί τους στον γκρεμό.
Το συνοδικό γράμμα προχωρούσε και ένα βήμα περαιτέρω, σημειώνοντας ότι οι πιστοί Ραγιάδες απολάμβαναν από τους Τούρκους τόσα προνόμια ελευθερίας και θρησκευτικής ελευθερίας όσα δεν απολάμβανε άλλο υποτελές έθνος! Και χαρακτήριζε την Τουρκία ευεργέτιδα και τροφό των Ελλήνων …
Τα ιστορικά ντοκουμέντα
Παρουσιάζουμε στη συνέχεια ολόκληρο το φύλλο της εφημερίδας «Ελληνικός Τηλέγραφος» της 12ης Ιουνίου 1821, με την επιστολή από την Αθήνα, αλλά και το άρθρο – καταδίκη της επανάστασης από την αυστριακή εφημερίδα. Το ντοκουμέντα – όπως όλη η σειρά της εφημερίδας του Αλεξανδρίδη- υπάρχει στα αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αυστρίας, όπως φυσικά και η εφημερίδα «Αυστριακός Παρατηρητής» (“Österreichischer Beobachter”).
Η επιστολή “ρεπορτάζ”
Στο φύλλο της 12ης Ιουνίου 1821, ο γιατρός Δημήτριος Αλεξανδρίδης παρουσίαζε μια επιστολή με αναλυτικές και πολύτιμες πληροφορίες για τις πρώτες επαναστατικές κινήσεις. Η επιστολή είχε σταλεί στον «Αυστριακό Παρατηρητή» από την Αθήνα, χωρίς να αναφέρεται ποιος ήταν ο συντάκτης.
Από την αυστριακή εφημερίδα αναδημοσίευσε την επιστολή ο Αλεξανδρίδης, μαζί με άλλες πληροφορίες για την επανάσταση που μόλις είχε ξεσπάσει. Το φύλλο εκείνης της έκδοσης ήταν ολόκληρο αφιερωμένο στις πληροφορίες από την επαναστατημένη Ελλάδα. Είναι οιπρώτες πληροφορίες που έφταναν στην Ευρώπη, με τη μορφή ενός πλήρους ρεπορτάζ.
«Αι ξέναι εφημερίδες περιέχουσιν εκ τινός καιρού τόσον πολλά αντιφασκούσας, συχνάκις δε και ψευδείς, ή καν πολλά αλλοκότους ειδήσεις περί των συμβάντων εν τη Πελοποννήσω, ώστε θέλει είναι αναμφιβόλως ευπρόσδεκτος εις τους φίλους της αληθείας η ακόλουθος περιγραφή (από 5 Μαΐου) ενός εν Αθήναις διατρίβοντος κατά το παρόν αφιλοπροσώπου παρατηρητού:
“Κατά τας αρχάς Απριλίου εξερράγη εν Μωρέα, και είτα αργότερον και εις τας γειτνιαζούσας επαρχίας, φανερά επανάστασις εναντίον της Πόρτας. Αν και ελλείπουσιν έτι πάντη βέβαιαι ειδήσεις περί των κατά μέρος συμβεβηκότων, νομίζω όμως ότι δύναμαι να κοινώσω τα ακόλουθα με βαθμόν τινά βεβαιότητος ουκ ολίγον.
Εν Μωρέα, καθώς εν Ευρίπω και εν Αθήναις, ανεχώρησαν οι Τούρκοι εις τα κάστρα των ή ακροπόλεις. Οι αρχιερείς και ιερείς, πολύ πλήθος πάλαι Γραικών καπιτάνων, και μάλιστα οι της Μάνιας και άλλων ορεινών μερών, είναι οι αρχηγοί ταύτης της επαναστάσεως, η οποία, καθώς φαίνεται, προπαρεσκευάσθη προ πολλού εις μυστικήν εταιρείαν.
Κατά τας αρχάς Απριλίου έκαμαν οι Τούρκοι ορμήν εις τα έξω από το κάστρον των Πατρών (Πάτρας), και κατά ταύτην την ευκαιρίαν έκαυσαν μέρος της πόλεως. Οι Γραικοί έδραξαν τα όπλα και τους απέκρουσαν πάλιν εις το κάστρον. Ου πολλώ ύστερον εφάνη ο αρχιεπίσκοπός των με 3-4.000 αρματωμένους χωριάτας. Η λευκή σημαία με τον Ελληνικόν σταυρόν εστήθη εις την αγοράν, και ήρχησαν να πολιορκώσι κατά τάξιν το κάστρον, το οποίον έως 13 Σεπτ. (sic) ανθίστατο ακόμη με πείσμα.
Εκ συμφώνου με εκείνα τα κινήματα ανεχώρησαν οι μεν Γραικοί εγκάτοικοι της Κορίνθου εις τα βουνά, οι δε Τούρκοι εις την Ακροκόρινθον (την ακρόπολιν). Ου πολλώ ύστερον κατεπλημμύρισαν οι χωριάται των πέριξ χωρίων, και του Ισθμού (του Εξαμιλίου) την πόλιν, και αι σιτοθήκαι του Μπέη διηρπάγησαν.
Η Τριπολιτζά, η καθέδρα του Οθωμανικού πασιά, είναι, καθώς λέγουσιν, αποκλεισμένη από τους Μανιάτας· έχει δε υψηλά τείχη, ακρόπολιν, μερικά κανόνια, και Τουρκικήν φρουράν.
Η Ναυπλία (Napoli di Romania), η Επίδαυρος (Napoli di Malvasia), η Κορώνη, η Μεθώνη και η Πύλος (Ναβαρίνον) πολιορκούνται , καθώς άδεται, παρομοίως από τους Γραικούς. Η νήσος Σπέτζια εκηρύχθη πριν της Ίδρας εναντίον της Πόρτας, τα δε ηνωμένα καράβια των εκινήθησαν να πειρατεύωσι κατά των Τούρκων.
Εν Αμφίσση (Σάλωνα), Λειβαδεία και Θήβαις κατεδαμάσθησαν οι Τούρκοι από την πολυπληθίαν, και πάντες, εν ταις δύο πρώταις πόλεσι τουλάχιστον, μη εχούσαις ακρόπολιν, επνίγησαν άνευ εξαιρέσεως· οι δε των Θηβών εδυνήθησαν να σωθώσιν εις το μερικάς ώρας μακράν κάστρον της Ευρίπου, ένθα εκινήθησαν αυτών κατόπιν οι αποστάται. Οι Τούρκοι της Καρύστου εκλείσθησαν, ως λέγουσι, παρομοίως εν τω κάστρω της Ευρίπου, αφ’ ου πρώτον εδυνήθησαν να λάβωσι μεθ’ εαυτών εις το κάστρον εν μέρος γεννήματος από το 7 ώρας από τας Αθήνας χωρίον Κάλαμο.
Καθώς διαφημίζεται, και το Ζητούνι, αν και έχον κάστρον, παρεδόθη καθώς και η Άμφισσα και η Λεβαδεία.
Από τα Ιωάννινα, και από το κατά του Αλή πασιά Οθωμανικόν στράτευμα ελλείπουσι διόλου ειδήσεις.
Ενταύθα ίδομεν εν υπό τριών επισκόπων και πολλών αρχηγών των αποστατών υπογεγραμμένον τη 30 Μαρτίου γράμμα, με το οποίον οι Έλληνες προσκαλούνται εν ονόματι του σταυρού και του Λεωνίδα να συναχθώσιν εις Θερμοπύλας, και ειδοποιούνται οι εγκάτοικοι των Αθηνών περί των γεγονότων εν Αμφίσση και Λεβαδεία, προσκαλούμενοι να πράξωσι και αυτοί τα αυτά εν τη πόλει των.
Ενταύθα ευρίσκονται εκ τριών εβδομάδων όλαι αι Τουρκικαί φαμίλιαι , καθώς και ο Καδής και ο Βοϊβόδας (εκ των οποίων ο τελευταίος μόνος καταβαίνει εις την πόλιν την ημέραν) εν τω κάστρω. Μικροί τε και μεγάλοι είναι αρματωμένοι, και περιφυλάττουσι, μάλιστα την νύκτα, τας πόρτας. Οι Γραικικοί και Αλβανοί χωριάται της Αττικής είναι εις τα άρματα, και έστησαν εν τω χωρίω Μεϊνιδί, 3 ώρας μακράν εντεύθεν, τας πολεμικάς των σημαίας· νομίζονται δε 1500-2000 τον αριθμόν με τουφέκια, οι δε λοιποί με λόγχας και αξίνας. Με τούτους ηνώθησαν και οι εγκάτοικοι της Σαλαμίνος και των διαφόρων χωρίων του Ισθμού (Εξαμιλίου). Εν τούτοις, οι Τούρκοι ευρήκαν καιρόν να προμηθεύσωσι το κάστρον με ζωοτροφίας, ένθα έλαβον ως ομήρους δια την πίστιν των εγκατοίκων τρεις δημογέροντας, δύο κληρικούς και άρχοντας τινάς Γραικούς, μ’ όλον οπού ο λαός, ως φαίνεται, ολίγον φροντίζει περί αυτών, και κινείται σωρηδόν έξω της πόλεως δια ν’ αυξήση το στρατόπεδον του Μεϊνιδίου.
Εν Πάτρα έδειξαν οι αποστάται ευλάβειαν προς τους ξένους Κονσόλους, και μάλιστα ο αρχηγός εκείνων επίσκοπος ειπρόσφερεν αυτοίς φύλακας, όμως οι Κόνσολοι δεν εδέχθησαν λέγοντες, ότι τας σημαίας των ξένων δυνάμεων πρέπει βέβαια να τιμά και σέβηται καθείς”.».
Το άρθρο- καταδίκη της επανάστασης
Μετά την επιστολή, ο Αλεξανδρίδης αναδημοσίευε και τις υπόλοιπες πληροφορίες που είχε η αυστριακή εφημερίδα, στις 8 Ιουνίου 1821, για την επανάσταση, που αφορούσαν στα πιο πρόσφατα γεγονότα.
«Βιέννα, τη 12 Ιουνίου
Ο από 8 Ιουνίου Αυστριακός Παρητηρητής περιέχει τας ακολούθους παρατηρήσεις περί των νυν ταραχών εν Βλαχομπογδανία και αλλαχού της Ελλάδος.
“Νομίζομεν, ότι θέλομεν δείξει ουκ ολίγην εκδούλευσιν εις τους ημετέρους Αναγνώστας, αν ίσως κοινώσωμεν μερικάς παρατηρήσεις περί της καταστάσεως της Ευρωπαϊκής Τουρκίας εις στιγμήν, καθ’ ην άπαντες είναι, ως εικότατα, περίεργοι εις τα εκεί συμβεβηκότα, και εν ω μάλιστα αι καθ’ αυτό σχέσεις ταύτης της υπαρχούσης εκτός πάσης συγκρίσεως μεν την λοιπήν Ευρώπην μοναρχίας υπάρχουσιν εις τους περισσοτέρους μόνο ολίγον γνωσταί.
Ο Κοινός λαός θεωρεί κατά τας εν τη Ευρωπαϊκή Τουρκία συμβάσας επαναστάσεις δύο μονόν ανταγωνιζόμενα μέρη, το μέρος των Γραικών και το μέρος των Τούρκων· όμως αύτη η ιδέα είναι σφαλερά.
Οι λεγόμενοι ορθόδοξοι εγκάτοικοι της Οθωμανικής μοναρχίας διαιρούνται εις πολυειδείς, πάντη χωριστάς φυλάς εθνών. Ούτος ο χωρισμός ενεργεί εν ταύτη τη μοναρχία, καθώς συμβαίνει και εν όλω τω λοιπώ κόσμω, βαθέως εις παν πολιτικόν ζήτημα. Το να θέλη τις να κάμη συμπερασμόν τινα εκ της πραγματιώδους καταστάσεως εκ της μόνης αφορμής του δόγματος της θρησκείας, ήθελεν είναι εξίσου σφαλερόν, καθώς αν ίσως θελήσοι τις εν τη Ανατολή να κρίνη περί των πολιτικών σχέσεων της Ευρώπης από τα διάφορα δόγματα της Χριστιανικής Πίστεως.
Αύτη η ποικιλότης των φυλών των εθνών προυξένησεν από αρχής αυτής των τελευταίων συμβάντων εν Τουρκία ουσιώδη διαφοράν κατά τε τους σκοπούς και τας σχέσεις των ταραττόντων την ησυχίαν εν ταύτη τη μοναρχία επιχειρημάτων.
Η πρώτη επανάστασις έγινεν εν τη μικρά Βλαχία δια το επιχείρημα του Βλαχικού αρχηγού Θεοδώρου, αποβλέπουσα εναντίον των Γραικών, ή μάλλον ειπείν εναντίον των λεγομένων Φαναριωτών της Κωνσταντινουπόλεως, δι ο και αι προκηρύξεις του Θεοδώρου δεν ήσαν τελείως συντεταγμέναι κατά το ύφος των προκηρύξεων του Υψηλάντου.
Μετά ταύτα εφάνη εν Μολδαϋία ο Υψηλάντης ως επίτροπος του καθ’ αυτό πράγματος των Ελλήνων, του οποίου οι γνήσιοι οπαδοί κατοικούσι την Πελοπόννησον. Ο Φαναριώτης Μιχαήλ Σούτζος, ηγεμών Μολδαϋίας, απεκάλυψε παρευθύς το μέχρι τούδε πολίτευμά του, επρόδωκε την Πόρταν, της οποίας επίτροπος υπήρχε, και εκηρύχθη εχθρός της.
Μεγίστη διαφορά επικρατεί μεταξύ των Δακικών λαών (των καθ’ αυτό απογόνων Ρωμαϊκών αποικιών) και των καθ’ αυτό Ελληνικών λαών, και εκ τούτων διαφέρει πάλιν ο Σερβικός λαός, καταγόμενος εκ Σλαβικής γενεάς, καθώς και οι Βούλγαροι. Δι ο το Ελληνικόν επιχείρημα εν Μολδαϋία ευρήκε κατά πρώτην στιγμήν μόνον εκείνην την αντίληψιν και βοήθειαν, την οποίαν κατά την ανατροπήν της συνειθισμένης τάξεως πραγμάτων ευρίσκει συχνάκις μόνον εκ μέρους της ακτημόνος τάξεως των εγκατοίκων. Ευθύς ουν κατέλαβε τους ευκτημόνας ο φόβος δια τα αποτελέσματα του τολμηρού επιχειρήματος μερικών ξένων, και τα ονόματα των ιδίων Φαναριωτών, των αρχηγών αυτού, δεν εδυνήθησαν να κερδήσωσι την ψήφον του Δακικού λαού προς το μέρος των.
Ο Υψηλάντης έστειλεν ήδη τον παρελθόντα μήνα κρυφίως ένα πιστόν άνθρωπον προς τον άρχοντα του Σερβικού λαού, Μιλόσην Ομπρένοβιτζ, δια να τον καταπείση εις επανάστασιν και να τον προσκαλέση εις συνέργειαν υπέρ του επιχειρήματος των Γραικών· όμως μεταξύ τούτων και των Σέρβων επικρατεί τοιούτο φανερόν εθνικόν μίσος, ώστε δεν είναι κατ’ ουδένα τρόπον θαυμαστόν, ότι ο Μιλόσης ου μόνον δεν έδωκεν ακρόασιν εις το πρόβλημα, αλλ’ ώμοσεν εις την Πόρταν την πίστιν του Σερβικού έθνους. Όθεν, η Σερβία έμεινεν άχρι τούδε πάντη ήσυχος, ον τρόπον έμειναν ήσυχοι οι Πελοποννήσιοι Γραικοί κατά τους προτέρους χρόνους, ότε διήρκεσαν τοσούτον καιρόν αι ταραχαί εν Σερβία.
Άρα, αν ίσως δεν θελήση τις να απατηθή, πρέπει να θεωρή την νυν κατάστασιν των πραγμάτων ως ακολούθως.
Το καθ’ αυτό Ελληνικόν επιχείρημα περιορίζεται μόνον κυρόως εις την Πελοπόννησον και εις τας Ελληνικάς νήσους του Αρχιπελάγους. Η εμφάνεια του πρίγγιπος Υψηλάντου φαίνεται ότι υπήρχε κατά τούτο παρά πρώιμος.
Η προπαρασκευασθείσα από την μυστικήν λεγομένην εταιρείαν επανάστασις εν Ελλάδι έχει σκοπόν την αποκατάστασιν της αρχαίας Ελλάδος. Αύτη η εταιρεία δύναται να θεωρήται ως αρχήν λαβούσα συστάσεως τω 1814 έτει· οι κλόνοι αυτής υπάρχουσι πολλά εκτεταμένοι, ποικίλοι, και πολλά σφικτά ηνωμένοι με τα ελατήρια, τα οποία διενήργησαν εις μερικά μέρη της Χριστιανικής Ευρώπης τα τελευταία στασιαστικά κινήματα. Προς τούτοις, η εκλογή της στιγμής της εμφανείας του πρίγγιπος Υψηλάντου δεν υπήρχε κατ’ ουδένα τρόπον αποτέλεσμα της απλής τύχης, αλλ’ αρκεί μόνον να ρίψη τις βλέμμα επιπόλαιον δια να εννοήση την συνάφειαν εκείνης της εμφανείας με την ονειρώδη μέθοδον των πραγμάτων εν Ιταλία και αλλαχού Ευρώπης. Αν ίσως δε εχρειάζετο και άλλη απόδειξις, εύκολον είναι να εύρη τις αυτήν εις τον τρόπον του επιχειρήματος, το οποίον, ως τα λοιπά στασιαστικά επιχειρήματα του παρελθόντος και παρόντος έτους, εθεμελιούτο μόνον εις την βάσιν πολιτικής απάτης της φαντασίας.
Δια τούτο η επανάστασις εν Βλαχία ου μόνον δεν υπήρχε κατά την έννοιαν των Εταιριστών, αλλά και εκ διαμέτρου εναντία αυτής. Τα δύο πριγγιπάτα της Βλαχομπογδανίας απολαύουσι πολλά εκτεταμένα προνόμια, και μίαν σχεδόν παντελή ανεξαρτησίαν από της Πόρτας, ώστε οι Οθωμανοί ούτε τολμώσι να έχωσιν υποστατικά και οικίας εν ταύταις ταις επαρχίαςι. Όθεν τα παράπονα του εκεί λαού δεν αποβλέπουσιν εναντίον της Οθωμανικής εξουσίας, αλλ’ εναντίον της καταπιέσεως εκ μέρους των Ελληνικών ηγεμόνων, οι οποίοι διοικούσι ταύτας τας επαρχίας πάντοτε με απεριόριστον δύναμιν, και αφιέροναν αυτάς συχνάκις μόνον εις την προσωπικήν των πλεονεξίαν και εις την εκτεταμένην πελατείαν των σκέπην.
Η Σερβία στέκεται, ως απομεμονωμένος τόπος, εν τω μέσω του αγώνος των Ελλήνων, ήσυχος.
Ότι ο Αλή πασιάς Ιωαννίνων όχι μόνον δεν είναι αδιάφορος εις το επιχείρημα, αλλ’ ίσως έχει να δείξει μεγάλην εισροήν εις αυτό, δύναται να συμπεράνη τις εκ των προτέρων του σχέσεων. Η κατά τον τελευταίον καιρόν εις στενοχωρίαν καταντήσασα κατάστασις του έλαβεν εξ αιτίας τούτου του επιχειρήματος ουσιώδη μεταβολήν. Όθεν ημπορεί να θεωρή τις τα της Ηπείρου παρομοίως ως συνεργούντα εις την υπόθεσιν των συμβεβηκότων της Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Ως τόσον, το περισσότερον μέρος των εγκατοίκων ταύτης της χώρας υπάρχουσι παρομοίως Σλαβικής γενεάς και ουχί Έλληνες.
Ποίον δε έσται το τέλος του μεγάλου δράματος; Τούτο το ζήτημα υπάρχει βέβαια δυσδιάλυτον την σήμερον. Ότι δε δεν θέλει είναι εκείνο, το οποίον εμελέτησαν μερικοί αρχηγοί ενός επιχειρήματος προλογισμένου επίτηδες εις τάραξιν της πολιτικής ησυχίας της Χριστιανικής Ευρώπης, απεφασίσθη την ιδίαν ημέραν, καθ’ ην αι μεγάλαι δυνάμεις εκφώνησαν την θέσιν των ως προς αυτό.
Αλλ’ όπως και αν η , με αίσθημα μόνον πένθους ημπορεί τις να στοχαθή τα αποτελέσματα ενός τόσον κακώς λογισθέντως, με πάθος γινομένου, θεμελιωμένου εις απάτην της φαντασίας επιχειρήματος. Οποία δε θλιβερά αποτελέσματα δια μυριάδας του Ελληνικού χριστιανικού λαού έσχον αι δοκιμαί, αι οποίαι ετολμνήθησαν κατά την εβδόμην δεκαετίαν του παρελθόντος έτους εν Πελοποννήσω, είναι γνωσταί».